H υπόθεση της χαλυβουργίας, αποτελεί έναν αυθεντικό καθρέπτη της Ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας γεμάτης αντιφάσεις, αντιπαράθεση και έλλειψη λογικής. Κινούμενος αρκετά χρόνια μέσα στα «δεινά» σαγόνια της αγοράς, θα σας μιλήσω όχι ως δόκιμος πολιτικός επιστήμων, αλλά ως απλός πολίτης και εργαζόμενος , για την δική μου οπτική επί του συγκεκριμένου ζητήματος, το οποίο μπορεί σε λίγες μέρες να ξεφουσκώσει και να μην παίζει στα δελτία ειδήσεων, ωστόσο αποτελεί μια καθαρή και ατόφια μικρογραφία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα σήμερα στο εσωτερικό της.
Θα αρχίσω από το σημαντικότερο, δηλαδή την στρεβλωμένη και απολύτως παρεξηγημένη έννοια της απεργίας στη χώρα μας. Το ιερό και απολύτως σεβαστό δικαίωμα στην απεργία, ως απαύγασμα του δημοκρατικού ιδεώδους θα έπρεπε να μένει τόσο ατόφιο ώστε να αποτελεί το ύστατο μέσο διεκδίκησης δικαιωμάτων, και όχι να χρησιμοποιείται σε τέτοια ευρεία και μαζική κλίμακα, συνοδευόμενο δε από καταλήψεις-μια έννοια σχεδόν άγνωστη στην Ευρώπη που τόσο εύκολα κατακρίνουμε τον τελευταίο καιρό. Επίσης, η απεργία προϋποθέτει παντελή απουσία της ασυδοσίας, την οποία μπορούμε να προσάψουμε μαζί με πολλά άλλα στους απεργούς. Όπως το δικαίωμα της απεργίας είναι ιερό, εξίσου ιερό είναι και το δικαίωμα στην εργασία. Και αν κάποιος με κατηγορήσει πως δεν σέβομαι τις δημοκρατικές και πλειοψηφικές αποφάσεις για κλιμάκωση των κινητοποιήσεων των συνδικάτων, τότε θα απαντήσω πως πριν από οποιαδήποτε τέτοια ρήση, καλό θα ήταν τα ίδια τα συνδικάτα να κάνουν μια πολύ βαθιά και ουσιαστική ενδοσκόπηση για να βρουν τις δικές τους αδυναμίες και λάθη πριν προβούν να κατηγορήσουν για προδοσία τον οποιοδήποτε επικριτή τους. Οι εργαζόμενοι που θέλουν να δουλέψουν, έχουν αναφαίρετο δικαίωμα να το πράξουν χωρίς κανένα εξωτερικό κώλυμα.
Το δεύτερο ζήτημα που προκύπτει και είναι άξιο μνείας είναι η διπροσωπία. Οι ίδιοι άνθρωποι και πολίτες που παρουσιάζοντας ψευδώς ως θιασώτες της πολιτικής αλλαγής και ως φορείς του αιτήματος της κατάρρευσης του παλαιοκομματισμού, είναι οι ίδιοι που τρέφουν τον παλαιοκομματισμό με χρυσά κουτάλια. Είναι αυτοί που δίνουν στον αγώνα για καλύτερη ζωή και δικαίωμα στην ανθρώπινη εργασία κομματική χροιά, εκείνοι που κατακερματίζουν τον αγώνα και τις διεκδικήσεις τους σε 2 ή 3 διαφορετικές πορείες, εκείνοι που δεν παρουσιάζονται ως ενιαίος φορέας-που ίσως θα είχε και ισχυρότερη δυναμική- αλλά ως ΠΑΜΕ ή ΣΥΡΙΖΑ, ευτελίζοντας κάθε έννοια υγιούς συνδικαλισμού, μένοντας προσκολλημένοι στο κομματικό συμφέρον-το οποίο δεν νοιάζεται επ’ ουδενί για το εάν αύριο θα έχουν φαγητό στο σπίτι τους- και δημιουργώντας μια κατάσταση που δεν ωφελεί ούτε τους ίδιους αλλά ούτε την χώρα.
Σχετικά με την παρέμβαση του πρωθυπουργού για το άνοιγμα της χαλυβουργίας, θα την χαρακτήριζα ως εν μέρει θετική ενέργεια, έχοντας όμως ηχηρές ενστάσεις. Αν και η παρέμβαση Σαμαρά δείχνει ουσιαστική θέληση για αλλαγή και επανεκκίνηση της οικονομίας και έλλειψη φόβου απέναντι στα συμφέροντα που θέλουν μια Ελλάδα ανίσχυρη βιομηχανικά, ωστόσο δεν υπήρξε στοιχειώδης σεβασμός και κατανόηση στα προβλήματα των απεργών, πολλοί από τους οποίους αντιμετωπίζουν προβλήματα βιοπορισμού και βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της ακραίας φτώχειας, έχοντας στον νου τους την επιβίωση όχι μονο την δική τους αλλά και των παιδιών τους. Είναι ανάρμοστο και απάνθρωπο να στέλνεις ΜΑΤ σε ανθρώπους χειμαζόμενους από την κρίση. Η ανάπτυξη που επιθυμεί να φέρει ο πρωθυπουργός στη χώρα, μπορεί να είναι επιθυμητή από όλους, αλλά ας μην ξεχνά πως πρέπει να έχει ως γνώμονα τον πολίτη και όχι απλά τους αριθμούς.
Συνοψίζοντας, το όλο σκηνικό αποσύνθεσης, νομίζω πως πρέπει σταδιακά να εκλείψει. Και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο, και οι δύο πλευρές έχουν άδικο, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Το ζήτημα επικεντρώνεται στην εύρεση της αριστοτελικής χρυσής τομής, και στην κατά τον μέγιστο δυνατό ικανοποίηση των συμφερόντων ολων των πλευρών. Η κυβέρνηση οφείλει να διασφαλίσει την ανάπτυξη και οι εργαζόμενοι να συνδράμουν σε αυτή την κατεύθυνση θετικά, χωρίς όμως να επιτρέψουν σε κανένα μικροκομματικό συμφέρον να τους υποδείξει τα δικαιώματα για τα οποία οι ίδιοι έχουν μοχθήσει. Εκείνοι που βάζουν σπίθες στους εργάτες, είναι εκείνοι που –όχι μονο δεν ξέρουν τι θα πει «μεροκάματο» και εργατικός μόχθος- αλλά εκείνοι που με την χρόνια προσκόλληση τους σε πεπαλαιωμένες θέσεις συνέδραμαν με τον τρόπο τους στο να φτάσουμε στην σημερινή άθλια κατάσταση. Οφείλουμε όλοι να τους αποτινάξουμε από την κοινωνία και να απομακρύνουμε λογικές «τζάμπα μαγκιάς» από το σύνολο του πολιτικού και κοινωνικού ιστού της χώρας.