Ως φαίνεται, το 2014 δεν θα είναι μόνον η χρονιά του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου στην Βραζιλία, τον προσεχή Ιούνιο. Τελευταίες εξελίξεις με επίκεντρο αποφάσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, όπου ο ρυθμός εκτυπώσεως χρήματος μειώνεται, κάνουν εμφανή την επαναφορά της Δύσης στο παγκόσμιο οικονομικό προσκήνιο –και αυτό, παρά το γεγονός ότι η Ευρώπη «παλεύει» ακόμα να ξεφύγει από την μέγγενη των δημοσίων χρεών της.
Σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν προσφάτως στο Νταβός της Ελβετίας, αλλά και με βάση τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δια στόματος της γενικής του διευθύντριας κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ, στην διάρκεια του 2014 –που από πολλές πλευρές ήδη αναγγέλλεται ως μία ενδιαφέρουσα χρονιά– η Αμερική θα συμβάλει περισσότερο στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη από την Κίνα σε συναλλαγματικές ισοτιμίες της αγοράς. Την ίδια χρονιά, η συμβολή της Ιαπωνίας θα είναι επίσης ανώτερη αυτής της Ινδίας, με την Ευρώπη να διατηρεί, λόγω Γερμανίας, την παγκόσμια εμπορική πρωτοκαθεδρία της. Μία πρωτοκαθεδρία, βέβαια, που κάθε χρόνο ψαλλιδίζεται, με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Ένωση να κατέχει σήμερα το 20% του παγκόσμιου εμπορίου, έναντι 28% στις αρχές του 21ου αιώνα.
Από την πλευρά της, παρά την κρίση που ξέσπασε το 2007 με αφετηρία την φούσκα των τοξικών ενυπόθηκων δανείων, η αμερικανική οικονομία έχει δημιουργήσει 4,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας τα τελευταία δύο χρόνια και θα δημιουργήσει άλλα 2 εκατομμύρια περίπου το 2014. Το φθηνό σχιστολιθικό φυσικό αέριο μειώνει το ενεργειακό κόστος, καθιστώντας την αμερικανική βιομηχανία ανταγωνιστικότερη. Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία συνέχιζε αδιάκοπα να τυπώνει χρήματα τα τελευταία πέντε χρόνια, εγκαινίασε το 2014 με μείωση του ρυθμού εκτυπώσεως –γεγονός που έχει ποικίλες παράπλευρες επιπτώσεις, ήδη ορατές στις αναδυόμενες οικονομίες.
Το περίφημο tapering της Ομοσπονδιακής Τράπεζας προβλέπεται να ενισχύσει τα αμερικανικά επιτόκια και το δολλάριο και άρα να προσελκύσει αδέσμευτα κεφάλαια πίσω στην Αμερική. Αυτή η τάση έχει ήδη εκδηλωθεί και προκαλεί τις γνωστές νομισματικές και συναλλαγματικές αναταραχές και διακυμάνσεις στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδιαίτερα δε στην γειτονική μας Τουρκία. Ήδη από τον Μάϊο του 2013, αλλά με ιδιαίτερη ένταση από την 20η Ιανουαρίου 2014, οι αναπτυσσόμενες χώρες και οι οικονομίες τους αντιμετωπίζουν σοβαρές εκροές επενδυτικών κεφαλαίων, με άμεση συνέπεια την εκδήλωση υποτιμητικών τάσεων στις συναλλαγματικές ισοτιμίες των νομισμάτων τους.
Η εξέλιξη αυτή θα έπρεπε να είναι αναμενόμενη, δεδομένου ότι την τελευταία δεκαετία οι αναπτυσσόμενες οικονομίες είχαν επωφεληθεί από την υπερβάλλουσα ρευστότητα που δημιουργήθηκε παγκοσμίως από την εξαιρετικά διευκολυντική νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών των ανεπτυγμένων οικονομιών, ιδιαίτερα της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (Fed), για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής και οικονομικής κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό, προσέλκυσαν μεγάλες ποσότητες επενδυτικών κεφαλαίων στις οικονομίες τους, ενισχύοντας ουσιαστικά τις αναπτυξιακές τους επιδόσεις. Τώρα, που έχει ήδη αρχίσει η διαδικασία περιορισμού της παγκόσμιας ρευστότητας από την Fed, υπάρχουν τάσεις φυγής κεφαλαίων από πολλές αναδυόμενες αγορές. Έτσι, τις ημέρες αυτές ζούμε για μία ακόμη φορά την ιστορία των επαναλαμβανόμενων συναλλαγματικών και οικονομικών κρίσεων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίες ακολουθούν συνήθως περιόδους υπέρμετρα υψηλών καθαρών εισροών κεφαλαίων από το εξωτερικό, όπως άλλωστε συνέβη και στην Ελλάδα έως το 2009.
Όμως, πέρα από τα τεκταινόμενα στην Αμερική και τον αναπτυσσόμενο κόσμο, στην Ευρώπη της κρίσης τα δημόσια ελλείμματα έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ. Η παραγωγικότητα βελτιώνεται, το μοναδιαίο κόστος εργασίας μειώνεται και τα άλλοτε μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών στην Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία εξαφανίζονται. Η Βρεταννία μπαίνει και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης και η Ιαπωνία υποδέχεται τα Abenomics –ένα αισιόδοξο σχέδιο ανάκαμψης από το όνομα του δημοφιλούς πρωθυπουργού της Shinzo Abe.
Εκτιμάται έτσι από πολλές πλευρές ότι καμμία από αυτές τις πλούσιες οικονομίες δεν θα δεχθεί κάποιο πλήγμα το 2014. Η Αμερική θα σημειώσει μία αξιοπρεπή ανάπτυξη κατά 3%, η Ιαπωνία κατά 2% και η ευρωζώνη κατά 1,2%. Οι περισσότερες αναδυόμενες αγορές θα έχουν καλύτερες επιδόσεις από τις προαναφερθείσες, αλλά το χάσμα της απόδοσης θα μειωθεί. Καθώς η υπερβολική παροχή μετρητών της Κεντρικής Τράπεζας μειώνεται, χρήματα θα εισρεύσουν από πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες, φέρνοντας στην επιφάνεια αδυναμίες επισκιασμένες –και αγνοημένες– κατά την διάρκεια των καλών περιόδων. Το φαινόμενο αυτό είναι ήδη ορατό –με χώρες όπως η Αργεντινή, η Τουρκία, η Βραζιλία, η Μαλαισία και η Ρωσία να αντιμετωπίζουν συναλλαγματική και νομισματική κρίση ταυτοχρόνως. Οι υποδομές της Ινδίας παραμένουν δραματικές, οι Βραζιλιάνοι ακόμα δεν επενδύουν αρκετά και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας διευρύνεται και πάλι. Οι φουσκωμένες τράπεζες της Κίνα, γεμάτες με δάνεια που οι εταιρείες θα δυσκολευτούν να αποπληρώσουν, μοιάζουν με αυτές της Ιαπωνίας στην δεκαετία του 1990 και της Αμερικής στη δεκαετία του 2000. Οι «σκιώδεις» τράπεζες της Κίνας μετακίνησαν τρισεκατομμύρια περισσότερα γουάν μεταξύ των επενδυτών και των δανειοληπτών, κυρίως με τρόπους επικίνδυνα αόρατους στις ρυθμιστικές αρχές.
Κατά τους Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς, στη Νότιο Αφρική, στην Τουρκία και στην Ρωσία, όπως και στην Αργεντινή, οι κάθετες πτώσεις των νομισμάτων των τελευταίων ετών έχουν προκαλέσει σοκ στο λιανεμπόριο, καθώς οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών ανεβαίνουν και ο κόσμος κόβει τις δαπάνες. Ακολουθώντας την Αργεντινή, οι κάτοικοι πολλών αναδυομένων αγορών προφυλάσσονται για την προοπτική αύξησης του εγχώριου πληθωρισμού και της υποτίμησης μετατρέποντας αποταμιεύσεις σε δολλάρια. Η μεγαλύτερη ρωσική εφημερίδα, η Komsomolskaya Pravda, συμβούλευσε τους αναγνώστες της να μετατρέψουν το 30%-40% των αποταμιεύσεών τους σε δολλάρια και ευρώ.
Σχετικό πρόβλημα είναι και οι αυξήσεις στα επιτόκια –που πρέπει να γίνουν για να πολεμηθεί ο πληθωρισμός και να στηριχθούν τα νομίσματα– θα πλήξουν τις χρεωμένες επιχειρήσεις, αναστέλλοντας τα επενδυτικά τους σχέδια. Το σοκ της ζήτησης για την μεταποίηση της Αργεντινής, τονίζει η Nomura, θα επηρεάσει τους Βραζιλιάνους προμηθευτές, αφαιρώντας 0,2% από το προβλεπόμενο φετινό ΑΕΠ της Βραζιλίας.
Μέσα σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, ακόμη και ο Νουριέλ Ρουμπίνι –ο οικονομολόγος που προβλέπει κρίσεις και υφέσεις– δεν παύει τον τελευταίο καιρό να υπογραμμίζει ότι, με αφετηρία τις οικονομίες της Αμερικής και της Ιαπωνίας, η Δύση επανέρχεται στο διεθνές οικονομικό προσκήνιο, ως πηγή καλών νέων.