Θυμάστε όλα εκείνα τα «μπουμπούκια» του ελληνικού συντεχνιακού συνδικαλισμού όταν, πριν δώδεκα χρόνια, διέλυαν με τις διαδηλώσεις τους το οικονομικό κέντρο των Αθηνών για να μην περάσει η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του τότε υπουργού Εργασίας καθηγητή Τάσου Γιαννίτση; Θυμάστε τις ασυναρτησίες, τις απειλές, τα ξόρκια και τις διαστρεβλώσεις τους, για να δικαιολογήσουν τις ενέργειές τους; Τελικά, κατάφεραν να παραιτήσουν τον σοβαρό και υπεύθυνο υπουργό, καταφέροντας θανάσιμο πλήγμα στο απερίγραπτο και κοινωνικά απαράδεκτο ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα.
Ένα σύστημα, εξάλλου, το οποίο, λόγω της συντεχνιακής και βαθύτατα πελατειακής του διαρθρώσεως, είναι γενεσιουργό κατάφωρων κοινωνικών αδικιών –των οποίων, βέβαια, ο συντεχνιακός συνδικαλισμός κάθε άλλο παρά την άρση επιθυμεί. Αντίθετα, ο αντικοινωνικός αυτός συνδικαλισμός επί πολλές δεκαετίες συνέβαλλε στην δημιουργία δημοσίων ελλειμμάτων, πιέζοντας τις εκάστοτε κυβερνήσεις να χρηματοδοτούν ένα παμφάγο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό σύστημα. Ένα σύστημα στο πλαίσιο του οποίου κάποιοι εισπράττουν πέντε και έξι συντάξεις μηνιαίως, χωρίς να έχουν συνεισφέρει ούτε για την μία!
Σημειώνουμε ότι, σύμφωνα με στοιχεία των οικονομικών υπηρεσιών της Alpha Bank, την περίοδο 2002-2009, η υπέρμετρη αύξηση των επιχορηγήσεων των ασφαλιστικών Ταμείων από τον κρατικό προϋπολογισμό οδηγούσε στην ταχεία άνοδο των πρωτογενών δαπανών, με άμεση συνέπεια οι τελευταίες, από 18% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος το 2002, να αντιπροσωπεύουν σχεδόν 25% (ή 56 δισεκατ. ευρώ) το 2009! Υπογραμμίζεται ότι εκείνο το έτος οι δαπάνες για συντάξεις στην Ελλάδα έφθασαν τα 37,6 δισεκατ. ευρώ. Δυστυχώς δε, την ίδια περίοδο, παρά την ικανοποιητική πορεία των εισφορών στα Ταμεία –οι οποίες είχαν αυξηθεί λόγω της εντάξεως 500.000 μεταναστών στο σύστημα– οι διοικήσεις τους προχώρησαν για πολιτικο-πελατειακούς λόγους σε απίθανες αυξήσεις των παροχών, με αποτέλεσμα να μην ενισχυθούν τα αποθεματικά, που ήδη τότε ήσαν ανεπαρκή.
Σήμερα, το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, με την κατάρρευσή του να είναι η πιθανότερη προοπτική, δεν έχει πλέον δυνάμεις. Οι έσχατες δυνατότητες σωτηρίας του που υπήρχαν, τού αφαιρέθηκαν από κάποια παχύδερμα του συνδικαλισμού, που διεκδικούν και εύσημα «προόδου».
Στην Ελλάδα του 1951, κάπου 14 εργαζόμενοι συντηρούσαν έναν συνταξιούχο. Είκοσι χρόνια αργότερα, η σχέση αυτή ήταν 1 προς 4. Το 2000 είχε πέσει στο 1 προς 1,7 και σήμερα βρίσκεται στο 1 προς 1,3, με προοπτική σε λιγότερο από μία δεκαετία να γίνει 1 προς 1. Σε απόλυτους αριθμούς, στην Ελλάδα του 2013 και με αρνητική πορεία για το ΑΕΠ μας περί το 5%, εργάζονται 3.600.000 άτομα για να συντηρούν 2.800.000 συνταξιούχους και 1.400.000 ανέργους. Έτσι, στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας και των «προοδευτικών δυνάμεων», το διανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα έχει εισέλθει σε φάση παραλογισμού. Και τούτο διότι οι λήσταρχοί του ποτέ δεν το άφησαν να αποκτήσει και κεφαλαιοποιητική διάσταση.
«Στην ελληνική κοινωνία πλανάται μία λανθασμένη αντίληψη περί των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλουν εργαζόμενοι και εργοδότες. Οι εργαζόμενοι θεωρούν ότι οι ασφαλιστικές εισφορές που παρακρατούνται από τον ακαθάριστο μισθό τους αφορούν τις δικές τους συντάξεις, όμως με το ισχύον σύστημα, οι εισφορές των εργαζομένων δεν αφορούν τις δικές τους συντάξεις αλλά τις συντάξεις που καταβάλλονται κάθε έτος στους συνταξιούχους», είχε επισημάνει παλαιότερα και ο καθηγητής-τ.υπουργός Τάσος Γιαννίτσης. «Έτσι λοιπόν, στο διανεμητικό σύστημα, οι εργαζόμενοι πληρώνουν εισφορές αλλά οι εισφορές αυτές χρησιμοποιούνται την ίδια χρονιά για να ικανοποιηθούν τα θεσπισμένα δικαιώματα των συνταξιούχων, δηλαδή να πληρωθούν οι συντάξεις τους. Η πληρωμή των εισφορών από τους εργαζόμενους μπορεί να μην χρηματοδοτεί την δική τους σύνταξη, όμως δημιουργεί μία προσδοκία και στηρίζεται σε έναν άτυπο κανόνα ότι στο μέλλον και αυτοί θα λάβουν από την επόμενη γενεά τα ίδια οφέλη που εξασφάλισαν στο παρελθόν στους τότε συνταξιούχους. Το πόσο μπορούν να εξασφαλιστούν τα ίδια οφέλη όταν συντελούνται σημαντικές μεταβολές των συνθηκών, και ιδιαίτερα το πόσο ίδιες θυσίες συνεπάγονται τα ίδια οφέλη από πλευράς των επόμενων γενεών, είναι ένα εξαιρετικά προβληματικό θέμα…».
Αυτά έγραφε το 2007 ο Τάσος Γιαννίτσης, απολυθείς υπουργός από τις «δυνάμεις της προόδου» και σήμερα οι εξελίξεις τον επιβεβαιώνουν με τον τραγικότερο τρόπο. Ακόμα χειρότερα, η σημερινή κατάσταση αποδεικνύει με τον πλέον δραματικό τρόπο την πλήρη κατάρρευση της περί «αλληλεγγύης των γενεών» μυθολογίας, με την σκληρή πραγματικότητα να μάς δείχνει ότι είμεθα μάρτυρες μιας πρωτοφανούς ΛΗΣΤΕΙΑΣ γενεών. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ιδιαιτέρως ειδεχθές κοινωνικό έγκλημα, οι πρωτεργάτες του οποίου δεν αισθάνονται ούτε στοιχειώδη ντροπή έχοντας κατακλέψει τα παιδιά τους. Υποθέτουμε, όμως, ότι γι αυτούς το προϊόν της ληστείας ήταν τόσο υψηλό ώστε τα τέκνα τους ενδεχομένως να μην έχουν ανάγκη μελλοντικής προστασίας.
Υπό τις συνθήκες που περιγράψαμε, αν η σημερινή κυβέρνηση –εις πείσμα των γελωτοποιών και των κερδοσκόπων της πολιτικής– δεν προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις προς την κατεύθυνση του μεικτού ασφαλιστικού συστήματος, η πλήρης κατάρρευση του τελευταίου θα είναι και η πραγματική ελληνική τραγωδία του 21ου αιώνα.