Η πολύ-αναμενόμενη αλλαγή πορείας της Ένωσης, φαίνεται πως αρχίζει να συντελείται με τρόπο εξαναγκαστικό και μέσω μιας ιδιότυπης διαδικασίας αυθυποβολής σε περισσότερα και πιο ουσιαστικά ομοσπονδιακά στοιχεία. Η σταδιακή και σταθερή αυτή πορεία, που είναι φυσικό επακόλουθο της Γερμανικής εμμονής στην λιτότητα και της συνακόλουθης αποτυχίας του μοντέλου αυτού να οδηγήσει την ευρώπη σε ασφαλή μονοπάτια ανάπτυξης, βρίσκεται ήδη σε στάδιο προπαρασκευαστικό.
Η αρχή της αλλαγής που λίγοι βλέπουν και ακόμα λιγότεροι επικροτούν, ξεκίνησε δειλά πριν έναν περίπου χρόνο ,στην πολυσυζητημένη τότε απόφαση της 28ης Οκτωβρίου για το κούρεμα του Ελληνικού χρέους και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Η ιδιότυπη αυτή απόφαση-ρύθμιση αποτέλεσε τον κινητήριο μοχλό για την λήψη αποφάσεων σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, που είχαν επιβεβλημένο χαρακτήρα προκειμένου να μην κινδυνεύσει η ένωση από ένα πιθανό “Grexit” που θα προκαλούσε αναμφισβήτητα κλυδωνισμούς σε ολο της το οικοδόμημα συνολικά.
Έκτοτε, η Ένωση μπήκε θέλοντας και μη σε μια νόρμα ομοσπονδιακή, με την συγκυρία που ήθελε την Ισπανία και την Πορτογαλία να χρήζουν επίσης πακέτου μέτρων, να πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση. Η κατάσταση αυτή, που θυμίζει την ελληνική παροιμία «ουδέν κακό αμιγές καλού» οδήγησε αργά και σταθερά μέσα από την ψυχοφθόρα της εις άτοπον απαγωγής, στην παταγώδη αποτυχία παλαιών και κατά κοινή ομολογία νεολειτουργιστικών τακτικών αποσόβησης της κρίσης και στην εξ ανάγκης ανάδειξη νέων δρόμων προς την έξοδο από αυτήν. Η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης, άρχισε μέσα στο καλοκαίρι να ζυμώνεται στην ήπειρο, σε όλα τα επίπεδα: από το επίπεδο λήψης αποφάσεων και ανώτατων αξιωματούχων, έως αυτό των έγκριτων δημοσιευμάτων σε ΜΜΕ με κύρος.
Για άλλη μια φορά, ο κατά πολλούς αδρανής και καταδικασμένος ευρωπαϊκός νότος, έδωσε ώθηση στην Ευρώπη για αλλαγή πορείας, έστω και αναγκαστική. Και λέω για άλλη μια φορά, γιατί αυτό είχε ξαναγίνει την δεκαετία του 1980, όταν με διαφορά 3 χρόνων εισήχθησαν στην ευρωπαϊκή οικογένεια Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα, δινοντας αποφασιστική ώθηση στην ολοκλήρωση της Ενιαίας ευρωπαϊκής πράξης του 1986. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, ο μετονομασθείς σε PIGS ευρωπαϊκός νότος, είναι αυτός που φωνάζει με την στεντόρεια φωνή του πως η ευρώπη χρίζει ριζικής μεταρρύθμισης. Είναι εκείνος που πλήττεται σφοδρά από μια ανελέητη κρίση χρέους και εκείνος που -σχεδόν άδικα- ενοχοποιείται ως κύριος υπαίτιος της δεινής κατάστασης για το κοινό νόμισμα.
Η μεταστροφή της φενάκης των ευθυνών όμως δεν άργησε να συμβεί. Ο Σεπτέμβρης αποδείχθηκε μήνας εξελίξεων και –όπως όλα δείχνουν- εναρκτήριος σπουδαίων αλλαγών.
Αναφέρομαι φυσικά σε μια σειρά θετικών γεγονότων, πρώτο εκ των οποίων είναι η δήλωση του προέδρου της ΕΚΤ Μario Draghi. Η παρέμβαση στην δευτερογενή αγορά με την δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής τράπεζας να αγοράζει άνευ πλαφόν κρατικά ομόλογα, είναι ένα βήμα που θα δώσει πέρα από ανάσα στις διεθνείς αγορές και ένεση ρευστότητας στις αντίστοιχες εγχώριες, και μία «δυνατή σπρωξιά» προς την πόρτα της ομόσπονδης Ευρώπης. Πρόκειται για μια παρέμβαση ενός καθοριστικού, όπως θα αποδειχθεί, θεσμού, που κάνει ολοένα και πιο αισθητή την παρουσία του στο «παιχνίδι», γεγονός που αποτελεί απόδειξη της τάσης για αλλαγη παρέμβαση της ΕΚΤ, αν και δεν έχει άμεσο αντίκτυπο στην χώρα μας, ωφελεί ολους εκείνους που βρίσκονται στο τεντωμένο σχοινί μεταξύ βιωσιμότητας και κρίσης χρέους, εγγυώμενη μάλιστα την απώλεια οποιασδήποτε επίπτωσης στα πληθωριστικά επίπεδα. Η παρουσία ωστόσο κριτικής έναντι της απόφαση αυτής είναι αναπόφευκτη. Ανάμεσα σε σωρείες αναληθών και αντιεπιστημονικών κατακραυγών έναντι της απόφασης, υπάρχουν ευτυχώς και οι συνετές φωνές που αναφέρουν ορθώς πως, «σε πείσμα των (υπέρ)αισιόδοξων εκτιμήσεων, η σχεδιαζόμενη παρέμβαση της ΕΚΤ προσωρινώς θα αναχαιτίσει, πιθανότατα, την κρίση αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη, αλλά δεν πρόκειται να αποκαταστήσει συνθήκες χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και θετικές προσδοκίες μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών.» [1] Πράγματι, μια απόφαση «δεν φέρνει την άνοιξη» ,ούτε μπορεί να διορθώσει τις δομικές ατέλειες της νομισματικής ένωσης.
Δύο ημέρες μετά την απόφαση Draghi, η οποία σημειωτέον προκάλεσε κλυδωνισμούς στην Γερμανία, το Συνταγματικό δικαστήριο της χώρας, άνοιξε τον δρόμο για την ύπαρξη μόνιμου μηχανισμού διάσωσης, που αποτελεί αναμφισβήτητα άλλο ένα σταθερό και ομοσπονδιακό βήμα. Σε συνδυασμό με την εξαγγελία Draghi, η απόφαση αυτή εξαλείφει τις ερινύες τις διάλυσης του κοινού νομίσματος και θέτει προυποθέσεις εξόδου από τα σκοτεινά μονοπάτια της κρίσης χρέους. Το ολο σκηνικό, ενισχύεται και από τις χθεσινές εξαγγελίες Junker, οι οποίες σχεδόν επιβεβαίωσαν την παράταση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα. Όλα λοιπόν, δείχνουν πως η δεσπόζουσα μέχρι σήμερα λιτότητα εκ καγκελαρίας ορμώμενη και επιβαλλόμενη, κάμπτεται από μία κρυφή δύναμη που είναι η ανάγκη για περισσότερη Ευρώπη.
Φυσικά, τον παλμό -έστω και καθυστερημένα- έπιασε και ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού συμβουλίου Van Rompuy, παρουσιάζοντας 4 θέσεις-κλειδιά, που αναμφισβήτητα δίνουν νέο αέρα στην ένωση. Οι προτάσεις του Rompuy που περιλαμβάνουν την προώθηση της τραπεζικής ένωσης, την προώθηση της δημοσιονομικής ένωσης, την ολοκλήρωση της οικονομικής ενοποίησης και την εγκαθίδρυση της πολιτικής ένωσης θα συζητηθούν στην σύνοδο κορυφής του Δεκέμβρη και αναμένεται να αποτελέσουν άλλο ένα μεγάλο ιστορικό γεγονός στην ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που θα σημάνει αλλαγή πορείας για την ένωση, εάν φυσικά αποφασισθεί.
Τελικά, η κατά πολλούς αδύναμη δομικά και αρχιτεκτονικά ευρώπη να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις μιας τέτοιου μεγέθους κρίσης, φαίνεται πως παίρνει τον σωστό δρόμο. Απομακρυσμένη από τον δρόμο της δημοσιονομικής λιτότητας και των αδιεξόδων που αυτή προκαλεί, κάνει μια αναγκαστική στροφή με το πηδάλιο να ελέγχεται από τους αξιωματούχους της Ένωσης. Και το δίλλημα που προκύπτει εδώ είναι σαφές: Αναγκαστική στροφή, ή αναγκαστική προσγείωση; Αυτό θα εξαρτηθεί από το επόμενο Eurogroup αλλά πολύ περισσότερο από τις συνόδους κορυφής του Οκτώβρη και του Δεκέμβρη. Εως τότε…ίδωμεν!
[1] Νίκος Κουτσιαράς : Η σημασία των πρόσφατων αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (για την ευρωζώνη και την Ελλάδα), Poleconomix.gr, 13/9/2012