Σε όλο τον κόσμο ξέρουν ότι για να γίνει βιώσιμο ένα χρέος δεν αρκεί το “κούρεμά” του. Πρέπει να σταματήσει και η τροφοδοσία του. Πρέπει το κράτος να ξοδεύει για τη λειτουργία του λιγότερα απ’ όσα εισπράττει. Να το πούμε αλλιώς. Αν το 2009 “κουρεύαμε” όλο το χρέος και συνεχίζαμε την ίδια πολιτική με 24 δισ. πρωτογενές έλλειμμα, ακόμη κι αν μάς χάριζαν μηδενικά επιτόκια, το 2019 θα είχαμε πάλι χρέος 100% του ΑΕΠ. Ακόμη κι αν η οικονομία δεν ήταν σε ύφεση 2% όπως ήταν το 2009.
Στο γεγονός ότι τα ελλείμματα τροφοδοτούν το χρέος συμφωνούν όλοι: αριστεροί και δεξιοί. Οι μόνοι που διαφωνούν είναι οι Ελληνες· αριστεροί και δεξιοί. Στη χώρα μας βρίσκουμε διάφορες έννοιες για να παραμερίζουμε τα προφανή. Ενα από αυτά είναι η “ανάπτυξη”, η οποία ως γνωστόν στην Ελλάδα σημαίνει να παράγουν οι άλλοι τα προϊόντα κι εμείς να τα διακινούμε μεταξύ μας. Ας μην ξεχνάμε ότι την περίοδο 1995-2004, παρά τη μεγάλη ονομαστική ανάπτυξη της οικονομίας το χρέος διογκώθηκε από το 101% του ΑΕΠ το 1995, στο 114% του ΑΕΠ το 2004 (OECD Factbook 2009: Economic, Environmental and Social Statistics). Ειρωνική σημείωση: 8,5 δισ. από τα δανεικά που τρέχουμε και δεν προλαβαίνουμε να καλύψουμε φέτος, είναι ομόλογα του 2002, τότε που η ανάπτυξη έτρεχε με 3,8%. (Το μεγαλύτερο μέρος από τα δανεικά που σκάνε τους επόμενους μήνες, δηλαδή 14,5 δισ., είναι ομόλογα του 2009. Είναι αυτά για τα οποία ο κ. Χρυσοχοΐδης κλαίει που δεν πήραμε περισσότερα).
Σε όλο τον κόσμο, λοιπόν, συμφωνούν ότι για να εξυγιανθεί μια οικονομία πρέπει το κράτος να συμμαζέψει τις δαπάνες και τα έσοδα. Μόνο στην Ελλάδα διάφοροι διακηρύσσουν την οικονομική ομοιοπαθητική: η πληγή του ελλείμματος, που αιμορραγεί ακατάσχετα, θεραπεύεται ανοίγοντας μια μεγαλύτερη πληγή. Και αυτό το βαφτίζουν κεϊνσιανισμό. Μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Φίλιππος Σαχινίδης είπε κάτι σωστό για τους όψιμους Κεϊνσιανούς: “Ο Κέινς… φρόντισε να έχει στο βιβλίο του μονές και ζυγές σελίδες. Υπάρχουν, λοιπόν, οι επιλεκτικοί αναγνώστες του Κέινς, οι οποίοι διαβάζουν μόνο τις ζυγές σελίδες. Συγκεκριμένα διάβασαν εκείνα τα κομμάτια που έλεγαν ότι σε συνθήκες ύφεσης προτείνεται η παρέμβαση του κράτους μέσω μιας δημοσιονομικής επεκτατικής πολιτικής, προκειμένου να καταφέρουμε να ανέβει η ζήτηση σε ικανοποιητικά επίπεδα και με αυτόν τον τρόπο να ξεπεραστεί η ύφεση. Εάν, όμως, κάποιος έμπαινε στον κόπο να διαβάσει και τις μονές σελίδες του έργου, θα έβλεπε ότι ο Κέινς συνέχιζε λέγοντας ότι μετά, όταν αποκαθίστανται οι ισορροπίες και η οικονομία επανέρχεται στην ανάπτυξη, τότε η χώρα έχει την υποχρέωση, καθ’ όλο το διάστημα που έχει θετικούς ρυθμούς, να φροντίζει όχι μόνο να μειώνει τα ελλείμματα, αλλά να δημιουργεί πλεονάσματα μέσα από τα οποία θα απορροφούσε όλο το χρέος που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια των ελλειμμάτων”.
Η Ελλάδα αμέλησε. Ετσι πληρώνει αυτό δεν έκανε την περίοδο της υψηλής -έστω με πήλινα πόδια- ανάπτυξης, 1996-2007. Δεν μείωσε το χρέος ώστε τώρα να έχει το περιθώριο για επεκτατικές πολιτικές ή έστω να χρηματοδοτήσει ένα ευπρεπές κοινωνικό κράτος για όσους πλήττονται. Αυτό ήταν το “μοιραίο λάθος” της οικονομίας που διέπραξε και ο κ. Σημίτης. Δεν ήταν το Μνημόνιο ή η “ρήτρα ύφεσης”, όπως είπε ο ίδιος στο Βερολίνο. Διότι και τα δύο δεν εξαρτώνται μόνο από μας. Εξαρτώνται κυρίως από εκείνους που δίνουν τα λεφτά.
Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή, 29.1.2012