Η αγάπη για το διάβασμα είναι σαν το ποδήλατο: ή το μαθαίνεις μικρός και ισορροπείς ή δεν το μαθαίνεις και … πέφτεις πάντα. Ή διασκεδάζεις και ταξιδεύεις διαβάζοντας, ή πλήττεις και το χρησιμοποιείς για … Hipnosedon.
Απευθύνομαι λοιπόν ουσιαστικά σ’ αυτούς που … δεν κοιμούνται, και κάνω την ακόλουθη έκκληση: μην ξεχνάμε τους παλιούς λογοτέχνες, παρασυρμένοι από τη μόδα των σύγχρονων. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει η τάση να αγοράζουμε κυρίως τους νέους δημιουργούς που είναι στη μόδα. Αυτό δεν γίνεται τυχαία. Οι εκδοτικοί οίκοι έχουν κάθε λόγο να διαφημίζουν και να προβάλουν τους νέους συγγραφείς και τις νέες εκδόσεις. Επιχειρήσεις είναι, όχι δανειστικές βιβλιοθήκες, και πρέπει να παραμένουν κερδοφόρες για να επιζήσουν, προς το συμφέρον όλων μας, δημιουργών και αναγνωστών. Από την άλλη δεν επιτρέπεται να μην γνωρίζεις τους παλιούς λογοτέχνες, και ειδικά τους Έλληνες. Αληθές είναι επίσης ότι το σχολείο έχει κάνει με μεγάλη συνέπεια τεράστια προσπάθεια, χρόνια τώρα, να τους καταστήσει αντιπαθητικούς έως μισητούς. Προσπαθώντας να ξεπεράσω αυτούς τους απεχθείς συνειρμούς πηγαίνω τακτικά στην δημοτική βιβλιοθήκη και δανείζομαι βιβλία από τα ράφια της ελληνικής λογοτεχνίας. Σκαρφαλώνω στα απρόσιτα ψηλά ή σκύβω στα σκοτεινά χαμηλά. Διαλέγω τα λιγότερο ελκυστικά, τα πιο κακοπαθιασμένα υποκείμενα. Με την συγκίνηση του συλλέκτη, ανοίγω μια τυχαία σελίδα. Η μυρουδιά του παλιού χαρτιού ερεθίζει τη μύτη μου. Αν οι τέσσερεις αράδες “μου μιλήσουν” το παίρνω.
Έτσι έχω βρει διαμάντια: “Η πριγκιπέσσα Ιζαμπώ” του Άγγελου Τερζάκη, “Η πάπισσα Ιωάννα” του Εμμανουήλ Ροίδη, “Σέργιος και Βάκχος” του Μ. Καραγάτση, “Ο θάνατος του Μέδικου” του Παντελή Πρεβελάκη, “Το τέλος της μικρής μας πόλης” του Δημήτρη Χατζή, “Μαουτχάουζεν” του Ιάκωβου Καμπανέλη, “Η κορομηλιά” του Κοσμά Πολίτη, “Ο ιατροδικαστής” του Βασίλη Βασιλικού, “Το οριζόντιο ύψος” του Δημήτρη Χιόνη και η λίστα δεν τελειώνει.
Αυτά περί λογοτεχνικών βιβλίων, μην ξεχνάμε ωστόσο και τα άλλα. Ιστορικά και “εκλαϊκευμένα” βιβλία επιστήμης, που ίσως θάπρεπε να εμπνεύσουν στους ανεύθυνους, εεε… συγγνώμη στους υπεύθυνους των Υπουργείων Παιδείας του κόσμου, έναν ευχάριστο τρόπο μάθησης και μάλιστα δια βίου (χε, χε).
Ιδού πως θα διαμόρφωνα ένα πρόγραμμα σπουδών γενικής παιδείας, αν ήμουν “Υπουργίνα” Παιδείας: “Η Αλίκη στη χώρα των φυτών” του Γιάννη Μανέτα αντί για μάθημα φυτολογίας, “Γιατί έφαγα τον πατέρα μου” του Roy Lewis, αντί για μάθημα προϊστορίας, “Στον κήπο του Επίκουρου” του Ίρβιν Γιάλομ, αντί για μάθημα ψυχολογίας, “Logicomix” του Απόστολου Δοξιάδη, αντί για θεωρία των μαθηματικών, “Ο κόσμος της Σοφίας” του Jostein Gaarder, αντί για μάθημα φιλοσοφίας, “Το σύμπαν, οι θεοί, οι άνθρωποι” του Jean Pierre Vernant αντί για μάθημα μυθολογίας, “Οι πόλεμοι της μνήμης” του Hagen Fleisher, αντί για μάθημα ιστορίας, “Στην τροχιά του ενός θεού” του Γιώργου Παμπούκη αντί για μάθημα θεολογίας, “Ιστορία περί των πάντων” του Bill Bryson αντί για μάθημα φυσικοχημείας-βιολογίας, και τέλος το φοβερό “Όπλα μικρόβια και ατσάλι” του Diamοnd Jared για να σκεφτούμε πως έγινε ότι έγινε στην ανθρώπινη κοινωνία αυτού του πλανήτη.
Εικοσάχρονοι και τριαντάχρονοι, σας παρακαλώ, δοκιμάστε τα. Σαραντάχρονοι και άνω, σας παρακαλώ, προσφέρετέ τα για δώρο αντί για μαρόν γκλασέ.
Σκέπτομαι ότι στα βαθιά μου γεράματα μετά τα 100, τυφλός και ακινητοποιημένος, μια πολυτέλεια θα προσφέρω στον εαυτό μου: θα πληρώνω έναν άνθρωπο να μου διαβάζει βιβλία! Από τώρα αποταμιεύω μικροποσά γι’ αυτό το σκοπό…
Φωτό: Σχέδιο του Ολλανδού σχεδιαστή Pieter de Leeuw