Οι περιστάσεις της ελληνικής οικονομικής κρίσης απαιτούν ριζοσπαστικό τρόπο σκέψης και προσφυγή σε καινοτόμες λύσεις. Σε κάθε επίπεδο. Σε προσωπικό και συλλογικό. Στον τρόπο που διοικείται η χώρα, αλλά και το νοικοκυριό. Στις μεθόδους και στη συλλογιστική. Στην αναγνώριση και αποδοχή των προβλημάτων και στην επίδειξη θάρρους για την υιοθέτηση πρωτοποριακών επιλογών, που ξεπερνούν την ασφάλεια της ρουτίνας και της στασιμότητας.
Για παράδειγμα, μετά και από τα χθεσινά ραντεβού των πολιτικών αρχηγών, είναι σαφές ότι τα δύο μεγάλα κόμματα, που εκπροσωπούν την πλειονότητα των πολιτικών στελεχών στη χώρα μας βρίσκονται σε έναν άλλο κόσμο. Ο κόσμος αυτός, των πολιτικών, είναι, προφανώς, τελείως διαφορετικός από αυτόν που βιώνουν οι πολίτες, οι οποίοι, μετά από πολλά χρόνια βρίσκονται αντιμέτωποι με την σκληρή πραγματικότητα.
Το σοκ της κρίσης για τους πολίτες ήταν μεγάλο, διότι, συνηθισμένοι στο outsourcing της εργασίας και της σκέψης, είχαν μάθει να ψηφίζουν εκείνους που, ως επαγγελματίες πολιτικοί, διαχειρίστηκαν τις δημόσιες υποθέσεις με κύριο γνώμονα τη διαιώνιση του επαγγέλματος.
Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι η σημερινή κατάσταση. Λίγο πριν τις Συνόδους Κορυφής, τις οποίες η εγχώρια πολιτική επικοινωνία (παρά τα λεγόμενα των ελεγκτών της τρόικας) χρήζει ως κρίσιμες για την μετέπειτα πορεία της χώρας, Παπανδρέου και Σαμαράς αδυνατούν να εμφανιστούν να συμφωνούν δημοσίως. Έτσι, απλώς και μόνο ως μία επίδειξη του ορισμού του επαγγέλματος, πέρα από κόμματα και επιδιώξεις.
Οι ημέρες αυτές δεν πρόκειται να σβηστούν εύκολα από τη μνήμη των Ελλήνων. Άλλωστε το επιδεικνύουν εδώ και καιρό με το άθροισμα που καταλαμβάνει ο δικομματισμός στις δημοσκοπήσεις. Γι΄αυτό και η επόμενη κάλπη αναμένεται με ενδιαφέρον. Οι δημοσκόποι, ήδη, προετοιμάζουν τη φιλολογία περί μοναδικών συνθηκών στην καταγραφή της κοινής γνώμης, κυριαρχίας του “πραγματισμού”, πτώσης των παλαιών δομών πολιτικής επιρροής κ.λπ.
Η ουσία είναι ότι στο εξής, οι Έλληνες πολίτες μάλλον θα τείνουν να αποφεύγουν, με την ψήφο τους, να προσφέρουν την αυτοδυναμία στα λεγόμενα “κόμματα εξουσίας”. Η αποχή από τις κάλπες των εκλογών και των δημοσκόπων αυτό δείχνει.
Ούτως ή άλλως, τα “διακυβεύματα” δεν υπάρχουν πια. Οι προτάσεις διαχείρισης και τα μέσα άσκησης πολιτικής μπορεί να διαφέρουν, αλλά και αυτά όχι στις ιδέες, ίσως στον βαθμό τόλμης κατά τον σχεδιασμό της υλοποίησής τους. Ο δρόμος είναι συγκεκριμένος, έχει χαραχθεί από την τρόικα, τις στρεβλώσεις, τις διαρθρωτικές αδυναμίες, τις πελατειακές σχέσεις και τα φαινόμενα διαφθοράς.
Από τη μεριά τους, οι πολιτικοί θα πρέπει να μετατρέψουν το εκλογικό σύστημα προς το αναλογικότερο. Τουλάχιστον για μία δεκαετία. Για να ξεπεράσουμε τα – φαινομενικά – ανυπέρβλητα προβλήματα δομών και νοοτροπιών και να προλάβουμε να κόψουμε λίγο τα φτερά από την επερχόμενη γενιά πολιτικών που ”έμαθαν” κοντά στους παλιούς, αλλά μοιάζουν κατώτεροί τους και σίγουρα υπολείπονται από αυτό που επιτάσσει το μέλλον. Είναι μια χαμένη γενιά της πολιτικής που η παρακμή αρχών και αξιών την καθιστά ανενεργή προτού ακόμη αναλάβει. Ανώριμη πολιτικά, ξύλινη στο λόγο, εριστική στις διεκδικήσεις, επειδή βλέπει τα χρόνια να περνούν, λιγότερη των περιστάσεων. Οι άνθρωποι αυτοί, που μοιραία – λόγω επετηρίδας – σιγά σιγά αποκτούν τα ηνία δεν πρέπει ποτέ να αφεθούν να κυβερνήσουν χωρίς τον έλεγχο των πολιτών. Τα παλιά κομματικά συστήματα που κτίστηκαν στη βάση της αντιπαλότητας, πλέον, δεν έχουν καμμία αξία. Συντηρούν μόνο το επάγγελμα του πολιτικού, κατά καιρούς τον εύκολο πλουτισμό, τις πελατειακές σχέσεις, όλα εις βάρος της χώρας.
Είναι σαφές ότι στην παρούσα φάση, μόνο οι ευρύτερες πολιτικές συνεργασίες θα βγάλουν την Ελλάδα από το τέλμα. Συνεργασίες σε όλα τα επίπεδα. Μεταξύ αντίθετων ιδεολογικά πολιτικών, αντιπάλων κοινωνικών εταίρων, τοπικών κοινωνιών, ακόμη και τεχνοκρατών της πολιτικής, που – ως γνωστόν – κρατούν στα χέρια τους την ουσία των πολιτικών πραγμάτων.
Παρά τις στρεβλώσεις του ισχύοντος εκλογικού νόμου (εξωπραγματικό – πολιτικά και ηθικά – το μπόνους στο πρώτο κόμμα), που στην ουσία θίγει τη δημοκρατία, στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση (κατά τη γνώμη μου στο τέλος της 4ετίας) ενδέχεται να μην υπάρχει αυτοδύναμη πλειοψηφία. Θα είναι μια καλή ευκαιρία για την ωρίμανση του πολιτικού συστήματος. Ένα εθνικό reset από τα προβλήματα που ταλανίζουν δεκαετίες τη χώρα.
Τότε ίσως η διακυβέρνηση πάψει να είναι αυτοσκοπός ή λόξα, και να αποκτήσει τον χαρακτήρα που επιτάσσει η σύγχρονη εποχή και οι ιδιαιτερότητες της χώρας.