Πριν από μερικές μέρες ο αντικαγκελάριος και πρόεδρος των γερμανών Φιλελευθέρων (FDP) Φίλιπ Ρέσλερ, μίλησε ανοιχτά για το ενδεχόμενο συντεταγμένης πτώχευσης της Ελλάδας, το οποίο όπως είπε, “δεν θα πρέπει να αποτελεί ταμπού”.
Δεν άργησε να ξεσπάσει σάλος σε ευρωπαϊκό, και παγκόσμιο επίπεδο. Όμως η ουσία στην συγκεκριμένη δήλωση δεν εντοπίζεται στο ορθό ή το μη- ορθό. Στις δημοκρατίες καθείς δικαιούται να έχει δική του άποψη. Το θέμα είναι, πως την προβάλλει, με ποια σκοπιμότητα και σε ποιο χρόνο επιλέγει για να την εκφράσει. Γιατί όταν αυτή εξυπηρετεί την επανασύνδεση με μια απόμακρη και απογοητευμένη εκλογική βάση, τότε μπορούμε εύλογα να μιλάμε για γνήσιο, καιροσκοπικό λαϊκισμό, με επικίνδυνες προεκτάσεις.
Ο Ρέσλερ εισέπραξε άγρια κατσάδα από Μέρκελ και Σόιμπλε, οι οποίοι τον κάλεσαν να σεβαστεί την ενιαία γραμμή στο ευαίσθητο για τις οικονομίες του ευρώ, ελληνικό ζήτημα. Για “επικίνδυνα σενάρια που εντείνουν την ανασφάλεια στις αγορές”, μίλησε ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), Φόλκερ Κάουντερ, σε μια προσπάθεια να πάρει αποστάσεις, ενώ η ομοσπονδιακή Κυβέρνηση συνεχίζει να καθησυχάζει, ότι η Ελλάδα κάνει ό,τι μπορεί, για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και ότι δεν προβλέπεται από τις ευρωπαϊκές Συνθήκες έξοδος χώρας από το ευρώ.
Και όμως, παρά τις έντονες αντιδράσεις εντός του παραπαίοντος πλέον κυβερνητικού συνασπισμού, ο Ρέσλερ επιμένει, διαμηνύοντας “ηρωικά” σε όλους τους τόνους, ότι δεν θα δεχθεί φίμωση και απαγόρευση στη σκέψη του.
Ξεκάθαρα, το κόμμα της FDP αναζητά στο πρόσωπο του προέδρου της μια ευκαιρία να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στον καυγά που ταλανίζει την Ευρώπη για το ελληνικό χρέος. Επιδιώκει διαφοροποίηση από την θέση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, που αρκετοί Γερμανοί πλέον θεωρούν μετριοπαθή και παθητική. Ψάχνει σημείο επαφής με τους δυσαρεστημένους συντηρητικούς Γερμανούς, που έχουν βαρεθεί, όπως αποτυπώνεται συχνά στη δημόσια συζήτηση, να υφίστανται μακρές περιόδους λιτότητας για να πληρώνουν τελικά τα σπασμένα της Ευρώπης.
Τι πιστεύουν όμως οι ψηφοφόροι της, γι’ αυτό το όχι και τόσο αυθόρμητο ευρωσκεπτικιστικό ‘παραστράτημα’ του Ρέσλερ;
Οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι έχει βλάψει το κόμμα του. Μετά από μια σύντομη αύξηση στο 5%, το ποσοστό των Φιλελεύθερων επιστρέφει στο 3%, σύμφωνα με δημοσκόπηση του STERN-RTL. 33% των ψηφοφόρων του συνασπισμού CDU-FDP φοβούνται ότι η κυβέρνηση δεν θα αντέξει το βάρος της διχογνωμίας για το ελληνικό ζήτημα και θα πάει σε πρόωρες εκλογές. Το ποσοστό αυξάνεται στους ψηφοφόρους της FDP, σε 37%. Να σημειωθεί ακόμα, ότι τα 2/3 των ερωτηθέντων, είναι δυσαρεστημένοι από τις επιδόσεις του συνασπισμού συνολικά στο μέγα ζητούμενο να εξασφαλιστεί η σταθερότητα του ευρώ.
Η ίδια δημοσκόπηση “ευνοεί” το κόμμα των Πρασίνων, που βρίσκονται στο 20%, κατά μια μονάδα ψηλότερα από ότι την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ καταγράφει μικρή απώλεια, μιας μονάδας, στην SPD που βρίσκεται στο 28%. Όσο αφορά τη σύνθεση μελλοντικού πιθανού κυβερνητικού συνασπισμού, τα πράγματα είναι δύσκολα για τους κυβερνώντες. Μια συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελεύθερων θα είχε υποστήριξη από το 34%, 14 μονάδες λιγότερες δηλαδή από ότι ένας συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών και Πράσινων, που θα στηριζόταν από το 48%. Συμπληρώνω την εξής σημαντική λεπτομέρεια…
Στα στρατόπεδα των Σοσιαλδημοκρατών και των Πράσινων, ουδέποτε έπεσαν ανεξέλεγκτα “αδέσποτες πιστολιές” προς την προοπτική επιβίωσης της ευρωζώνης και την παραμονή της Ελλάδας σε αυτή. Οι μεν Πράσινοι πήραν θέση υπέρ της αναδιάρθρωσης του χρέους με συμμετοχή ιδιωτών και υπέρ της σύστασης ευρωπαϊκού ταμείου διάσωσης τραπεζών για να μειωθούν οι αναταράξεις που θα προκαλέσει η αναδιάρθρωση στις χρηματαγορές. Οι δε Σοσιαλδημοκράτες, μιλούν για σκληρό κούρεμα και για ευρωομόλογο, λύσεις που η Μέρκελ για πολύ καιρό δεν ήθελε καν να ακούει.
Η FDP πήρε ένα μεγάλο ρίσκο. Είπε, ότι η εκλογική μάχη στο Βερολίνο θα είναι “μάχη για το ευρώ”. Τοποθέτησε εκεί το διακύβευμα και προσπάθησε να δημιουργήσει “εχθρό”: την Ελλάδα και όσους ανέχονται τη δημοσιονομική απειθαρχία της. Δεν της βγήκε. Δεν κατάφερε να ξεπεράσει το φράγμα του 5% και να μπει στη Βουλή. Από τότε δε που ανέλαβε ο Ρέσλερ έχει χάσει και τις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις που βρήκε μπροστά του.
Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει να ποντάρει στο λαϊκισμό. Τονίζει πως η ευρω-σκεπτικιστική στάση είναι στάση αρχών και θα συνεχίσει να εκφράζεται και μετά τις εκλογές του Βερολίνου. Παράλληλα, ετοιμάζεται εσωτερικό δημοψήφισμα για το εάν θα υπερψηφίσει η φιλελεύθερη πτέρυγα το πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα στην Ομοσπονδιακή Βουλή.
Το γενικότερο συμπέρασμα αφορά τον λαϊκισμό. Αποδείχθηκε ότι σε τόσο κρίσιμες περιστάσεις, είναι τραγικά “λίγος” για να αποφέρει τα δέοντα πολιτικά οφέλη. Δεν πείθει. Η εκτίμηση είναι πως Ευρωπαίοι και Γερμανοί ειδικότερα, θέλουν άμεσα οριστική λύση. Έχουν κουραστεί να ασχολούνται με το ελληνικό χρέος. Αρχίζουν να υποψιάζονται ότι η πολυγλωσσία δεν οδηγεί σε λύσεις, αλλά σε τριβές και παράταση των αδιεξόδων. Είναι σαφές, στο πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας. Οι ψίθυροι για κούρεμα ελληνικού χρέους δυναμώνουν σε όλο και περισσότερα κομματικά στρατόπεδα. O Ρέσλερ έχει κάθε λόγο να αισθάνεται μόνος.
Η FDP έπαιξε και έχασε. Ο λαϊκισμός του Ρέσλερ ηττήθηκε. Το ερώτημα είναι, αν θα φτάσει το “μήνυμα” στα αυτιά ευρωπαίων πολιτικών και εκτός Γερμανίας. Αν θα γίνει σαφές, ότι ο λαϊκισμός δε μπορεί να είναι πάντοτε γιατρικό “δια πάσα πολιτική νόσο”.